Τι προβλέπει το σχέδιο που συζητούν οι «27» και ποια είναι τα σημεία κλειδιά ενόψει της συνεδρίασης της Παρασκευής. Νέα εκτίναξη της τιμής του αερίου μετά την απόφαση της Ρωσίας να διακόψει τη ροή μέσω του Nord Stream 1.
Η Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής ενέργειας στην Ευρώπη – κάτι απολύτως αναμενόμενο, καθώς πρόκειται και για τη χώρα με την ισχυρότερη οικονομία. Έτσι, οι πληροφορίες για την άρση των αντιρρήσεων εκ μέρους της κυβέρνησής της δημιουργεί βάσιμες ελπίδες ότι στο τέλος της εβδομάδας θα επιτευχθεί συμφωνία των «27» για ένα πανευρωπαϊκό σχέδιο αντιμετώπισης της πρωτοφανούς ενεργειακής κρίσης που έχει εκδηλωθεί και αναμένεται να κορυφωθεί τον ερχόμενο χειμώνα.
Οι πάντες εκτιμούν ότι ένα τέτοιο σχέδιο είναι σήμερα απολύτως αναγκαίο, αποκτά χαρακτήρα «ζωής και θανάτου». Κι αυτό παρά το γεγονός ότι δεν συμφωνούν όλοι για τη μορφή που πρέπει να έχει και για το πού θα βρίσκεται το κέντρο βάρους του.
Σε κάθε περίπτωση, η σημερινή εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου κατά πάνω από 30% (μετά από υποχώρηση της τάξης του 37% την προηγούμενη εβδομάδα), λόγω της απόφασης που έλαβε η Ρωσία την Παρασκευή να διακόψει επ’ αόριστο τη ροή μέσω του αγωγού Nord Stream 1, αποδεικνύει πόσο λεπτές είναι οι ισορροπίες και πόσο τα δεδομένα μπορούν να αλλάζουν από στιγμή σε στιγμή.
Mission impossible
Τα πράγματα, όμως, κάθε άλλο παρά απλά είναι, παρά τις προσπάθειες που καταβάλλουν νυχθημερόν τεχνοκράτες και αρμόδιοι υπουργοί για να καταλήξουν σε ένα κοινά αποδεκτό μοντέλο. Κι αυτό οφείλεται, κυρίως, σε δύο λόγους: Ο πρώτος είναι ότι εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρές διαφωνίες ανάμεσα στους εταίρους, καθώς τόσο οι ανάγκες τους όσο και οι δυνατότητές τους είναι διαφορετικές. Όσο για τον δεύτερο, έχει να κάνει με το γεγονός ότι στη συγκεκριμένη συγκυρία, ακόμη και στην υποτιθέμενη περίπτωση που οι Ευρωπαίοι υπερβούν τις διαφορές τους, η λύση δεν βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια τους.
Ας ξεκινήσουμε από το δεύτερο, φέρνοντας εκ νέου το παράδειγμα της Γερμανίας. Πρόκειται, άλλωστε, για μια χώρα με ιδιαιτέρως μεγάλη εξάρτηση από το φυσικό αέριο και δη το ρωσικό, που έχει ως αποτέλεσμα να σημάνει κόκκινος συναγερμός, ειδικά μετά την απόφαση του Βλαντιμίρ Πούτιν να χτυπήσει πρώτος και να μην περιμένει την ενεργοποίηση του ευρωπαϊκού εμπάργκο.
Το γερμανικό «παράδειγμα»
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς το γιατί συμβαίνει αυτό, όπως θα φανεί στη συνέχεια. Τα επίσημα στοιχεία αναφέρουν ότι οι «δεξαμενές» της Γερμανίας είναι σήμερα πλήρεις κατά 85%, ποσοστό που υπό κανονικές συνθήκες θα θεωρούνταν ικανοποιητικό γι’ αυτή τη χρονική περίοδο. Αυτή τη φορά, όμως, τα δεδομένα είναι πολύ διαφορετικά σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια.
Οι ειδικοί υπολογίζουν, συγκεκριμένα, ότι ακόμη και εάν η πληρότητα έφτανε στο 100%, θα χρειάζονταν μόλις 2,5 μήνες για να αδειάσουν πλήρως από τη στιγμή που η ζήτηση στη διάρκεια της χειμερινής περιόδου θα κορυφωνόταν. Κάτι που σημαίνει, πρακτικά, ότι εάν η Μόσχα επιμείνει στην τακτική της, τότε κοντά στα Χριστούγεννα ή λίγο μετά την έλευση του νέου έτους, τα νοικοκυριά θα παγώσουν και οι βιομηχανίες θα σταματήσουν να λειτουργούν!
Θα αναρωτηθεί, βεβαίως, κανείς: Μα δεν υπάρχουν εναλλακτικές πηγές, για την προμήθεια φυσικού αερίου; Φυσικά και υπάρχουν, έστω και πολύ πιο ακριβές (κυρίως μετά την υποχώρηση του ευρώ έναντι του δολαρίου), όπως συμβαίνει με το LNG. Μόνο που η Γερμανία δεν είναι σε θέση να τις αξιοποιήσει, καθώς ήταν τόσο σίγουρη ώστε δεν είχε φροντίσει να κατασκευάσει εγκαταστάσεις υποδοχής και αποθήκευσης υγροποιημένου αερίου – κάτι που δεν πρόκειται να αλλάξει πριν τον χειμώνα του 2023-’24, στην καλύτερη περίπτωση.
Κατάσταση έκτακτης ανάγκης
Το γερμανικό «παράδειγμα» αντικατοπτρίζει και την κατάσταση έκτακτης ανάγκης που επικρατεί και σε άλλες χώρες της περιοχής, όπως είναι η Αυστρία και τα μέλη της «Ομάδας του Βίζεγκραντ», που εξαρτώνται σχεδόν πλήρως από το ρωσικό αέριο (αν και, για την ώρα, οι αγωγοί που τις τροφοδοτούν συνεχίζουν να λειτουργούν ικανοποιητικά, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις ότι ο Πούτιν έχει θέσει ως πολιτικό στόχο να τιμωρήσει και να «γονατίσει» τη Γερμανία).
Πρακτικά, λοιπόν, το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα εντοπίζεται στην «πηγή», δηλαδή στο διαφαινόμενο έλλειμμα στην αγορά αερίου. Έλλειμμα το οποίο – σε μια… διαβολική σύμπτωση που ευνοεί τα ρωσικά σχέδια – εντείνεται εξαιτίας των προβλημάτων στους πυρηνικούς αντιδραστήρες πολλών χωρών (όπως της Γαλλίας), αλλά και τα τεράστια προβλήματα που έχουν προκαλέσει σε μεγάλα τμήματα της Ευρώπης οι κλιματικές συνθήκες: Η ξηρασία και οι ασθενείς άνεμοι, που κάνουν τα ποτάμια να στερεύουν και περιορίζουν την παραγωγή τόσο υδροηλεκτρικής όσο και αιολικής ενέργειας.
Τα παραπάνω εξηγούν το γιατί οι κυβερνήσεις θέτουν ως πρώτη προτεραιότητα τον περιορισμό της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας στη διάρκεια του επερχόμενου χειμώνα. Όπως επίσης και το γιατί αρκετοί προειδοποιούν ότι ακόμη και η επιβολή πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου και του πετρελαίου, η προσωρινή αποσύνδεση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος από εκείνη του αερίου, οι κρατικές επιδοτήσεις και άλλα μέτρα που περιλαμβάνει το «πακέτο» το οποίο θα συζητήσουν την ερχόμενη Παρασκευή οι υπουργοί των «27», ενδέχεται να αποδειχθούν ανεπαρκή.
Οι αντιθέσεις που οξύνονται
Αφήστε που, όπως συμβαίνει σε κάθε μεγάλη κρίση, τα όσα συμβαίνουν αναδεικνύουν ξεκάθαρα και συνήθως ενισχύουν τις διαφορές ανάμεσα στους εταίρους, ο καθένας από τους οποίους εξακολουθεί να προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τα δυνατά του χαρτιά, προτάσσοντας το «εθνικό» απέναντι στο «ευρωπαϊκό» συμφέρον.
Το Βερολίνο, για παράδειγμα, αξιοποιεί την τεράστια οικονομική δύναμη πυρός που διαθέτει για να προστατεύσει τις επιχειρήσεις και τους πολίτες της Γερμανίας, εξαγγέλλοντας ένα τρίτο κατά σειρά «πακέτο» μέτρων, ύψους 65 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα, όμως, προεξάρχοντος του φιλελεύθερου υπουργού Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ, ανθίσταται σθεναρά στην περαιτέρω χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων και, πολύ περισσότερο, στην υιοθέτηση ενός νέου γύρου ευρωομολόγων, όπως προτείνει ακόμη και το ΔΝΤ.
Παρίσι και Ρώμη, από την πλευρά τους, προσπαθούν να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις προσβάσεις που (και λόγω γεωγραφικής θέσης) έχουν σε άλλες πηγές ενέργειας, όπως είναι η Αλγερία, η Λιβύη και άλλες χώρες της Αφρικής. Έχοντας δε συμμάχους τους Ανατολικοευρωπαίους – που επιπλέον απαιτούν χαλάρωση των ορίων για την εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα και επιβολή πλαφόν και στις τιμές του χρηματιστηρίου ρύπων – θα δώσουν σκληρή μάχη μέχρι τέλους προκειμένου να μην φορολογηθούν δυσανάλογα οι μονάδες παραγωγής ατομικής ενέργειας καθώς και εκείνες που λειτουργούν με γαιάνθρακα ή όσες βασίζονται στις ανανεώσιμες πηγές.
Ακόμη και σε επίπεδο θεσμών της ΕΕ, η κρίση έφερε ξανά στην επιφάνεια τη σοβούσα αντιπαράθεση ανάμεσα στην Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τον Σαρλ Μισέλ, με τον πρόεδρο του Συμβουλίου να διαμηνύει πως δεν είναι δυνατόν οι Ευρωπαίοι να περιμένουν την ομιλία που θα κάνει στις 14 Σεπτεμβρίου η ομόλογός του στην Κομισιόν για να ανακοινώσουν τις αποφάσεις τους.
Πάρτε μέτρα, αλλιώς…
Το σίγουρο είναι ότι, όπως είπε Ευρωπαίος αξιωματούχος που μίλησε στο Politico, «όλοι πλέον συμφωνούν πως κάτι πρέπει να γίνει (…) καθώς η κατάσταση αφορά την επιβίωση των κυβερνήσεων». Τα ρεπορτάζ κάνουν, επίσης, λόγο για αρκετούς ηγέτες οι οποίοι προειδοποιούν για τον κίνδυνο να ξεσπάσουν μεγάλες κοινωνικές αναταραχές στην Ευρώπη ή να υπάρξει ενίσχυση «ακραίων» πολιτικών δυνάμεων, ειδικά εάν η ενεργειακή κρίση οδηγήσει σε ένα γενικευμένο οικονομικό κραχ.
Όσο για το Κρεμλίνο και τον Πούτιν, έχουν κάθε λόγο να τρίβ0ουν τα χέρια τους, τουλάχιστον για την ώρα. Αφενός, επειδή προβλέπουν ότι παρά τις κυρώσεις, το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα φτάσει φέτος στο επίπεδο-ρεκόρ των 265 δισ. δολαρίων, υπολειπόμενο μόνο εκείνου της Κίνας. Και αφετέρου, επειδή αποδεικνύουν στους Ευρωπαίους ότι η στήριξη της Ουκρανίας στον πόλεμο δεν είναι «τσάμπα»…