Διπλάσιος ο κίνδυνος έξαρσης στην κολίτιδα από το κρέας
Προκαταρκτικά δεδομένα μελέτης σε 3.000 ασθενείς με ιδιοπαθείς φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου για τους παράγοντες διατροφής
Η τακτική κατανάλωση κρέατος σχετίζεται με εξάρσεις ιδιοπαθών φλεγμονωδών νόσων του εντέρου, ειδικά σε ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα, δείχνει μελέτη που βρίσκεται σε εξέλιξη στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Τα πρώτα αποτελέσματα της μελέτης PREdiCCt (Prognostic Effect of Environmental Factors in Crohn and Colitis) παρουσιάστηκαν στις 7 Μαΐου στο Σικάγο στην ετήσια συνάντηση Digestive Disease Week και δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό της Αμερικανικής Γαστρεντερολογικής Εταιρείας.
Για την εξαγωγή των συμπερασμάτων, αναλύθηκαν δεδομένα ασθενών με ιδιοπαθείς φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου υπό ελεγχόμενη διατροφή επί δύο ή τρείς μήνες και στη συνέχεια ακολούθησε παρακολούθηση για τα επόμενα δύο χρόνια. Η μελέτη έχει συμπεριλάβει συνολικά 3.000 ασθενείς των οποίων οι παθήσεις βρίσκονται σε ύφεση, ενώ τα συγκεκριμένα συμπεράσματα αφορούν 497 ασθενείς με νόσο του Crohn και 520 ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα.
Από τη μελέτη της διατροφής των ασθενών, διαπιστώθηκε πως τα υψηλότερα επίπεδα κατανάλωσης κρέατος, διπλασίασαν τις σοβαρές εξάρσεις των ιδιοπαθών φλεγμονωδών νόσων του εντέρου (ΙΦΝΕ), γεγονός που επιβεβαιώθηκε όχι μόνο με αύξηση των συμπτωμάτων, αλλά και με άνοδο της c-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP) και της καλσιπροτεκτίνης κοπράνων (FCAL) -εξετάσεις που αποτελούν δείκτες διάγνωσης της φλεγμονής. Μάλιστα η κατάσταση που προκλήθηκε, οδήγησε σε αλλαγή θεραπείας σε ασθενείς με ελκώδης κολίτιδα, δήλωσε ο συγγραφέας της μελέτης Charlie W. Lees, από το Western General Hospital και το Πανεπιστημιο του Εδιμβούργου.
Οι ερευνητές αξιολόγησαν επίσης την εμφάνιση ήπιων εξάρσεων, που επιβεβαιώθηκαν όταν οι ασθενείς ρωτήθηκαν αν «η ασθένειά σας ελέγχθηκε καλά τον περασμένο μήνα ή από την τελευταία φορά που συνδεθήκατε με το portal της μελέτης» και η απάντηση που έδωσαν ήταν αρνητική.
Μετά από μια μέση παρακολούθηση τεσσάρων ετών (1.481,5 ημερών), οι σοβαρές εξάρσεις έφτασαν το 5,6% ετησίως, χωρίς διαφοροποιήσεις μεταξύ των υποτύπων ΙΦΝΕ.
Παρόλα αυτά όμως, ήπιες εξάρσεις λειτούργησαν αθροιστικά. Σοβαρές εξάρσεις συνδέθηκαν με βασικά επίπεδα FCAL μεταξύ 50-250 mcg/g, καθώς και επίπεδα FCAL πάνω από 250 mcg, συσχετίστηκαν με εξάρσεις.
Η μέση βασική ολική πρόσληψη πρωτεΐνης ήταν 91,9 γρ. την ημέρα, εκ των οποίων τα 35,8 γρ. από ζωικές πηγές. Χωρίζοντας σε τέσσερις ομάδες τους ασθενείς ανάλογα με την ποσότητα προσλαμβανόμενων πρωτεϊνών στη δίαιτά τους, ο κίνδυνος έξαρσης στους ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα ήταν υπερδιπλάσιος (2,08) στο τέταρτο με τις περισσότερες πρωτεΐνες έναντι του τετάρτου με τη χαμηλότερη πρόσληψη πρωτεϊνών.
Προς έκπληξη του δρ Λις, δεν υπήρξε συσχέτιση των σοβαρών εξάρσεων με την πρόσληψη ολικών διαιτητικών ινών, πολυακόρεστων οξέων N-6 ή υπερεπεξεργασμένων τροφών.
Για την ακρίβεια, το πιο ενδιαφέρον που εντόπισε ο δρ Λίς ήταν ότι δεν υπήρξε καμία διαφορά στη νόσο του Crohn ή στην ελκώδη κολίτιδα, διερευνώντας την διατροφή με υπερεπεξεργασμένες τροφές.
Το εύρημα έρχεται σε αντίθεση με μια μελέτη που παρουσιάστηκε στο Συνέδριο της νόσου Crohn και Κολίτιδας φέτος και η οποία βρήκε ότι τα πρόσθετα στα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα φαίνεται να έχουν επιβλαβείς επιδράσεις στο μικροβίωμα του εντέρου, ενώ άλλα μπορεί να ασκούν την επιρροή τους μέσω μηχανισμών, όπως το ενδοπλασματικό στρες.
Παρόλα αυτά, τα νέα δεδομένα συμφωνούν με προηγούμενη σύνδεση της κατανάλωσης κρέατος και της ανάπτυξης ελκώδους κολίτιδας, ενώ υποδηλώνουν ότι η μείωση της κατανάλωσης κρέατος θα μπορούσε να βοηθήσει στη μείωση του κινδύνου εξάρσεων σε ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα.
Η μελέτη PREdiCCt έχει σχεδιαστεί για να εξετάζει διατροφικούς, περιβαλλοντικούς, γενετικούς παράγοντες και παράγοντες του μικροβιώματος που σχετίζονται με εξάρσεις της νόσου του Crohn και της ελκώδους κολίτιδας.
Οι ερευνητές αξιολογούν πώς συμβάλλουν στην έξαρση ασθενειών η συνολική πρόσληψη ζωικής πρωτεΐνης, φυτικών ινών, πολυακόρεστων λιπαρών οξέων N-6, βρώσιμων γαλακτωματοποιητών και υπερεπεξεργασμένων τροφίμων και τον συνολικό αριθμό βακτηριακών γονιδίων σε δείγματα κοπράνων. Στόχος τους είναι να εξετάσουν δεδομένα από 2.500 δείγματα μικροβιώματος που αναλύονται επί του παρόντος στο Ινστιτούτο Wellcome Sanger στο Hinxton της Αγγλίας, για να προσδιορίσουν εάν η συσχέτιση μεταξύ κρέατος και εξάρσεων ελκώδους κολίτιδας θα μπορούσε να σχετίζεται, όπως υποθέτουν, με αλλαγές στο μικροβίωμα του εντέρου που προκαλούνται από τη διατροφή.
Σχολιάζοντας την έρευνα ο διευθυντής του κέντρου φλεγμονωδών νόσων του εντέρου στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο Ράσελ Κοέν, επεσήμανε πως είναι προκαταρκτική, με πολλά αναπάντητα ερωτήματα. «Νομίζω ότι πρέπει ακόμα να αξιολογήσει πολλά από τα δεδομένα που έχει ήδη συλλέξει γιατί, μιλάμε για κρέας; Για πουλερικά; Για ψάρι; Είναι ενδιαφέρον, αλλά χρειάζεται περαιτέρω αξιολόγηση πριν λάβουμε οριστικές αποφάσεις», είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε ότι «η υπό διερεύνηση επίδραση της κατανάλωσης κρέατος στην επιδείνωση της νόσου φαίνεται να παίρνει χρόνια, κάτι που είναι λίγο περίεργο. Εάν η ΙΦΝΕ οφείλεται σε κάποιον παράγοντα στη διατροφή, θα βλέπατε την αντίδραση αμέσως. Γιατί χρειάζονται 5 χρόνια; Θα πρέπει να είναι μέσα σε 5 εβδομάδες ή 5 ημέρες».